Ακονκάγκουα

Ακονκάγκουα
(Aconcagua). Σβησμένο ηφαίστειο της Νότιας Αμερικής, η ψηλότερη κορυφή (6.959 μ.) της οροσειράς των Άνδεων. Ορθώνεται στην αργεντινή επαρχία Μεντόσα, κοντά στα σύνορα με τη Χιλή, λίγο βορειότερα από τον ποταμό Ρίο ντέλα Κουέβας. Πάνω από τα 5.000 μ. καλύπτεται από αιώνια χιόνια· η νότια πλευρά του, όπου βρίσκονται και οι πηγές του ομώνυμου ποταμού Α. (190 χλμ.) που εκβάλλει στον Ειρηνικό, έχει πολλούς παγετώνες και χιονοστιβάδες. Πρώτοι στην κορυφή του ορεινού αυτού όγκου ανέβηκαν το 1897 οι Βάινς και Τσουρμπρίγκεν, μέλη της αποστολής Φιτζέραλντ. Βάση για την ανάβαση είναι η πόλη Πουέντε ντελ Ίνκα. Το ίδιο όνομα έχει και μια επαρχία της Χιλής, η Σαν Φελίπε ντε Α. (9.873 τ. χλμ., 134.461 κάτ. το 2000) στους πρόποδες των Άνδεων, σημαντική για τα ορυχεία χρυσού, αργυρού, χαλκού και καολίνης. Η πρωτεύουσα Σαν Φελίπε έχει 65.034 κάτ. (2000), κυρίως μεταλλωρύχους. Η κορυφή Ακονκάγκουα. Το όρος Ακονκάγκουα στις αργεντινές Άνδεις. Η κορυφή του είναι το υψηλότερο σημείο της αμερικανικής ηπείρου (φωτ. Lufthansa).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Άνδεις — Οροσειρά που εκτείνεται χωρίς διακοπή σε όλο το μήκος της δυτικής πλευράς της Νότιας Αμερικής και αποτελεί τον υδροκρίτη μεταξύ Ειρηνικού και Ατλαντικού ωκεανού. Η οροσειρά αυτή χαρακτηρίζεται από μάλλον ακανόνιστο ανάγλυφο, που σχηματίζεται από… …   Dictionary of Greek

  • ορειβάσια — Η τέχνη της αναρρίχησης στα βουνά και κυρίως στις δυσπρόσιτες κορυφές. Η ο. εκτελείται συνήθως από ομάδες με τους κατάλληλους τεχνικούς τρόπους και τα απαραίτητα μέσα. Και στην Ελλάδα χρησιμοποιείται συχνά και ο διεθνής όρος αλπινισμός, από το… …   Dictionary of Greek

  • ορειβασία — Η τέχνη της αναρρίχησης στα βουνά και κυρίως στις δυσπρόσιτες κορυφές. Η ο. εκτελείται συνήθως από ομάδες με τους κατάλληλους τεχνικούς τρόπους και τα απαραίτητα μέσα. Και στην Ελλάδα χρησιμοποιείται συχνά και ο διεθνής όρος αλπινισμός, από το… …   Dictionary of Greek

  • Σαντίάγο — (Santiago). Όνομα δύο αμερικανικών πόλεων. 1. Πόλη (5.133.747 κάτ.) της κεντρικής Χιλής, πρωτεύουσα του κράτους από το 1818 και της ομώνυμης επαρχίας (15.349 τ. χλμ., 5.133.747 κάτ.). Βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Μαπότσο, παραπόταμου του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”